Ο Θ. Αλμπάνης στο sepk.gr
Ως παίκτης ξεκίνησε από τη Νάουσα για να αγωνιστεί στην Αναγέννηση, στον Μαντουλίδη, στην Ξάνθη, στον Κολοσσό Ρόδου και στον Απόλλωνα. Στο σύλλογο της Καλαμαριάς ξεκίνησε και την προπονητική του καριέρα, αρχικά στα τμήματα υποδομής, σημειώνοντας επιτυχίες με το εφηβικό.
Πέρσι κατέκτησε τη 2η θέση στο Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης, αν και το μεγαλύτερο «παράσημο» για τον ίδιο είναι η μεταγραφή του Μιχάλη Τσαϊρέλη στον Άρη κι ο «προβιβασμός» έξι παικτών στην ανδρική ομάδα, οι οποίοι μάλιστα αποτελούν και τον κορμό της. Φέτος ο σύλλογος της Θεσσαλονίκης κατέκτησε άνετα τον τίτλο, επιστρέφοντας στη Β' Εθνική για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια.
Ο Θοδωρής Αλμπάνης αναλύοντας τη φετινή χρονιά τόνισε: «Φέτος για μένα προσωπικά είναι η πρώτη ουσιαστική χρονιά ως πρώτος προπονητής, σε μια ομάδα που δουλεύω τέσσερα χρόνια. Ήταν μια απόλυτα πετυχημένη χρονιά, στην οποία είχαμε άριστη συνεργασία με τη διοίκηση και το υπόλοιπο τεχνικό τιμ.
Αυτό που είναι πολύ σημαντικό είναι η εμπιστοσύνη που έδειξε η διοίκηση, όχι μόνο στις εισηγήσεις μου αλλά και στο προπονητικό μου έργο. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με δύο νεόκοπους παράγοντες που δούλεψαν με μεγάλη διάθεση για τα πρακτικά ζητήματα που αφορούν την ομάδα, γνωρίζοντας παράλληλα τα όρια της άγνοιας του στα "χωράφια" του τεχνικού. Επίσης είχα την τύχη να συνεργαστώ με έναν από τους κορυφαίους προπονητές φυσικής κατάστασης τον Γιώργο Χρυσάνθη».
Το μυστικό της επιτυχία για τον κόουτς του Απόλλωνα Καλαμαριάς έχει να κάνει με την επιλογή των παικτών. «Είναι καθοριστικός παράγοντας διότι το οικοδόμημα που θα φτιάξεις είναι ανάλογο με τα υλικά που έχεις στη διάθεση σου. Είναι πολύ σημαντικό ότι γνώριζα προσωπικά όλους τους παίκτες. Τους περισσότερους τους είχα ζήσει ως συμπαίκτες ή ως αντιπάλους, ενώ τους υπόλοιπους τους γνωρίζω από μικρή ηλικία. Έτσι φτιάξαμε μια ομάδα πολύ δεμένη και συγκροτημένη, με έντονο το στοιχείο της ομαδικότητας.
Επιλέξαμε τους παίκτες με βάση τρεις άξονες. Πρώτον να είναι καλοί αθλητές, δηλαδή να είναι αλτικοί και γρήγοροι για να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις πιεστικές άμυνες που χρησιμοποιούμε. Δεύτερον πρέπει να γνωρίζουν πολύ καλά τα βασικά του μπάσκετ την ντρίμπλα, το σουτ και την πάσα. Ιδιαίτερα το τελευταίο κομμάτι, διότι τα δύο πρώτα λίγο ως πολύ τα κατέχουν όλοι. Τρίτον θέλαμε να είναι καλοί συμπαίκτες. Αυτό αφορά τον χαρακτήρα και τη νοοτροπία τους. Κι ήταν σημαντικό ότι τους γνώριζα προσωπικά και ήξερα πως λειτουργούν στην προπόνηση, διότι το παιχνίδι είναι διαφορετικό. Το να βλέπεις έναν παίκτη από Κυριακή σε Κυριακή δεν σου δείχνει λόγου χάρη την αντιληπτική ικανότητα του παίκτη ή τη συμπεριφορά του» σχολίασε χαρακτηριστικά.
Πόσο βοηθάει έναν προπονητή η μετάβαση από το παρκέ στην άκρη του πάγκου; «Ως αθλητής έχεις το πλεονέκτημα να γνωρίσεις τους παίκτες που μπορεί να επιλέξεις στο μέλλον. Στη δική μου περίπτωση είτε κέρδισα τον σεβασμό τους ως παίκτης, είτε κέρδισαν τον δικό μου ως αντίπαλοι» απαντά.
Αναφερόμενος στην πορεία της ομάδας που κατέκτησε το πρωτάθλημα τον 2ο Όμιλο του Βορρά με μόλις δύο ήττες υπογράμμισε: «Παρουσιάσαμε μια σταθερότητα που ούτε εγώ την περίμενα. Αποδείξαμε ότι ήμασταν η καλύτερη ομάδα».
Όσο για το τεχνικό στοιχείο που έκανε την ομάδα του να ξεχωρίζει; «Ήταν ξεκάθαρα οι κατοχές. Κάναμε κατά μέσο όρο 14 επιθέσεις περισσότερες. Αυτές προκύπτουν αφενός από το γεγονός ότι υποχρεώναμε τους αντιπάλους μας σε 22,3 λάθη και αφετέρου από τον μεγάλο αριθμό των επιθετικών μας ριμπάουντ (12,7). Τα δικά μας λάθη από την άλλη ήταν μόλις 11 ανά παιχνίδι, ενώ τα χαμένα αμυντικά ριμπάουντ πλησίαζαν τα 7. Είχαμε, δηλαδή, ένα μεγάλο πλεονέκτημα το οποίο χωρίς να συνδυάζεται με υψηλά ποσοστά μας χάρισε την καλύτερη επίθεση στην κατηγορία και μια από τις καλύτερες άμυνες».
Ολοκληρώνοντας ο Θοδωρής Αλμπάνης αναφέρθηκε στις ιδιαιτερότητες της Γ' Εθνικής την οποία έχει φάει με το... κουτάλι ως παίκτης, έχοντας μάλιστα πανηγυρίσει τέσσερις φορές τον τίτλο του πρωταθλητή. «Είναι το δυσκολότερο πρωτάθλημα σε ότι αφορά τις Εθνικές Κατηγορίες. Κι αυτό γιατί ανεβαίνει μόνο μια ομάδα, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να έχεις μια καλή πορεία, αλλά να βρεθεί ένας αντίπαλος πολύ δυνατός και να μην σου αφήσει περιθώρια. Η δεύτερη δυσκολία είναι οι πολύ κακές διαιτησίες. Οι αγώνες γίνονται την Κυριακή κι αυτό σημαίνει ότι σφυρίζουν όσοι περισσεύουν από τους αγώνες της Α1, της Α2 και της Β' Εθνικής. Κι αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα για τις δουλεμένες ομάδες» κατέληξε.